Εξ ήρος εις Αρκτερον εμμήνες χρόνες. Θε. Λέγεις αληθή, καίπερ εκ μακρό χρόνο. Αγ. Φέρ' ειπε νύν τότ’ οίσθα παϊδά μoί τινα Δες, ώς έμαυτώ θρέμμα θρεψαίμην εγώ; 1151. Note the whole of this line. 1 152. Edipus in his infant state, as delivered successively to the two shepherds, has the same prototype as Fortinbras in Hamlet; and that prototype occupies the same space in the moon as the prototype of Edipus when full grown, viz. as Ralph in Hudibras ; and there are marks of bandages on his swelled feet, as drawn in Fig. 138. corresponding with the prototype. Θε. Τί δ' έξι και προς τί τέτο τούπος εξορείς και Αγ. Οδ' εςίν, ώ τάν, κείνος, ός τότ' ήν νέος. 155 Θε. Ουκ εις όλεθρον και ο σιωπήσας έση και Οι. Α, μη κόλαζε, πρέσβυ, τόνδ' επεί τα σα Δείται κολασε μάλλον, ή τα τεδ' έπη. Θε. Τί δ', ώ φέριςε δεσποτών, αμαρτάνω και έρείς. Οι. Ουχ ώς τάχος τις τεδ' αποτρέψει χέρας; • Θε. Δύςνος" αντί το; τί προσχρήζων μα9&ν ; 1165 1156. Σιωπησας, as before explained in note on the 1085th line.. 1164. The streaks of light on the person of the θεράπων, which have already been seen to have given rise to such a variety of imaginary resemblances, may be conceived to be like cords binding his hands behind his back. Οι. Τον παιδ' έδωκας τώδ', δν έτος ίςορεί και 1175 Θε. Κείνο γέ τοι δή παίς εκλήζεθ' ή δ' έσω Κάλλις' αν είπoι ση Γυνή τάδ' ώς έχα. Οι. Η γάρ δίδωσιν ήδέ σοι ; Θε. Ως αναλώσαιμί νιν. Θε. Κατοικτίσας, ώ δέσποτ' εις άλλης χθόνα Ον φησιν έτος, ίσθι δύσπόμος Γεγώς. . Οι. Ιδ, ιδ: τα πάντ' αν εξίκοι σαφή. Ω φώς, τελευταίόν σε ωροσβλέψαιμι νύν Οσις πέφασμαι φύς τ' αφ' ών ο χρήν, ξυν οις Τ' 8 χρήν μ' όμιλών, ές τέμ' εκέδει κλανών.1195 1192. Note this line particularly; and note δυσποτμος, in the preceding line, as regarding the picture of ill luck, or the devil : note also the next following line, as alluding to the moon's becoming obscured. SCENA SEXTA. ΜΟΝΟΣΤΡΟΦΙΚΑ. ΧΟΡΟΣ. Ω Γενεαι βροτών, ως ημάς ίσα και το μηδέν Ζώσας έναριθμώ. Τίς γάρ τις ανής ωλέον Τας ευδαιμονίας φέρει, Η τοσέτον όσον δοκών, 1200 Και δόξαντ' αποκλίναι και Το σόν του παράδει μ' έχων, Τον σον δαίμονα, τον σον, ώ τλάμου Οιδιπόδα, βροτών έδένα μακαρίζω. Οσις καθ' υπερβολάν τοξεύσας, 1205 Εκράτησας τα πάντ’ ευδαίμονος όλβο. Φευ κατά μέν Φθίσας τάν Γαμψώνυχα Παρθένον χρησμωδόν: Θανάτων δ' εμα χώρα αύρΓος ανέσας, Εξ 6 και βασιλεύς καλή έμός: 1210 Και τα μέλις ετιμάθης. |